ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ

SONY DSC

Το άρθρο του δρ Βασίλειου Τριτάκη, πρώην διευθυντή Ερευνών και νυν επιστημονικού συνεργάτη της Ακαδημίας Αθηνών, βάζει τα πράγματα στη θέση τους όσον αφορά την περίφημη προστασία του περιβάλλοντος που πολλοί ευαγγελίζονται, χωρίς να έχουν καμιά πληροφόρηση επάνω στο θέμα.

Οικονομολόγοι και οικονομολογούντες δεν χάνουν ευκαιρία να διατυμπανίζουν ότι η ελληνική οικονομία, για να βγει από το τέλμα, χρειάζεται ιδιωτικές επενδύσεις, διότι μόνον έτσι θα δημιουργηθούν απασχόληση, ανάπτυξη και πλούτος. Η Ελλάδα όμως τα έχει καταφέρει ώστε η γραφειοκρατία, το ασταθές φορολογικό σύστημα, η πολιτική αστάθεια, n εργατική νομοθεσία, το υψηλό ασφαλιστικό κόστος και το κόστος των υπηρεσιών που παρέχουν οι ΔΕΚΟ να αποθαρρύνουν κάθε σοβαρή προσπάθεια επένδυσης στη χώρα μας. Ένας πρόσθετος όμως λόγος αποθάρρυνσης των επενδυτών είναι και η ασαφής περιβαλλοντική πολιτική που ακολουθείται, δυσκολεύοντας τα πράγματα ακόμη περισσότερο.

Η πρόσφατη αναζωπύρωση της υπόθεσης εξόρυξης χρυσού στις Σκουριές Χαλκιδικής φέρνει και πάλι στην επιφάνεια το γνωστό ερώτημα: Τι είδους ανάπτυξη θέλουμε τελικά; Η απάντηση δεν είναι εύκολη, διότι στην Ελλάδα σκόπιμα όλες οι έννοιες έχουν διατυπωθεί με ασαφή τρόπο ώστε ο καθένας να μπορεί να τις ερμηνεύει όπως θέλει, όπως μπορεί ή όπως τον βολεύει. Τι σημαίνει ακριβώς «πράσινη ανάπτυξη»; Τι σημαίνει αλήθεια «προστασία περιβάλλοντος»; Για πολύ κόσμο, «προστατεύω κάτι περιβαλλοντικά» σημαίνει «δεν το ακουμπάω», το βάζω σε γυάλα και απαγορεύω κάθε χρήση του.

Είναι όμως έτσι; Η κοινοτική οδηγία 92/43/ΕΟΚ, που αφορά τις εξαιρετικά προστατευόμενες περιοχές NATURA 2000, επιτρέπει πλήθος παρεμβάσεων μέσα σε αυτές. Στη χώρα μας η έννοια περιβάλλον έχει μπερδευτεί με το προσωπικό συμφέρον, ενώ παράλληλα έχει και αυτή αφόρητα πολιτικοποιηθεί, όπως όλα στην Ελλάδα άλλωστε. Στις δεκαετίες 1970-90 όταν η οικοδομική δραστηριότητα ήταν στο φόρτε της και η αντιπαροχή μια σίγουρη μέθοδος εύκολου πλουτισμού, ο συνήθης τρόπος εκδίκησης πολιτικο-κομματικών αντιπάλων ή απλά όσων δεν συμπαθούσαμε ήταν να τους κηρύσσεις τα σπίτια διατηρητέα ή τα οικόπεδά τους «αρχαιολογικού ενδιαφέροντος», δηλαδή να τους αχρηστεύεις την περιουσία. Αντίθετα, για τους κομματικούς μας φίλους εφευρίσκονταν χίλιες δυο δικαιολογίες για να πάρουν άδεια κατεδάφισης των νεοκλασικών σπιτιών τους ή τα αρχαία που βρίσκονταν στο οικόπεδο τους να χαρακτηρίζονται «άνευ ιδιαίτερης σημασίας» και να μπαζώνονται εσπευσμένα. Ανάλογες τακτικές εφαρμόζονται δυστυχώς και στα καθαρώς περιβαλλοντικά θέματα. Το νομικό μας πλαίσιο είναι τόσο (σκόπιμα) ασαφές και το Συμβούλιο της Επικρατείας (ΣτΕ) τόσο ευαίσθητο στην προστασία του περιβάλλοντος, ώστε είναι πολύ εύκολο να ματαιώσει κανείς μια επένδυση ή έστω και απλή κατασκευή που πιστεύει ότι τον ενοχλεί. Μια προσφυγή στο ΣτΕ είναι αρκετή. Ακόμη και αν δεν καταφέρει κανείς να ματαιώσει την επένδυση, τουλάχιστον θα την καθυστερήσει τόσο πολύ, που θα ισοδυναμεί με ακύρωση, αφού οι επενδυτές θα βαρεθούν να περιμένουν. Πολλές χρήσιμες κατασκευές δεν έγιναν επειδή απλά έκοβαν τη θέα κάποιων γειτόνων και πολλές καθοριστικές για την οικονομία της χώρας μας επενδύσεις ματαιώθηκαν επειδή οι διαβόητες «τοπικές κοινωνίες» έκριναν ότι ήταν «οχληρές». Βιοτεχνίες που δεν λειτούργησαν διότι αντέδρασαν μερικοί γείτονες, ανεμογεννήτριες που δεν εγκαταστάθηκαν διότι διατάρασσαν τη γαλήνη κοντινού μοναστηριού ή ο θόρυβος τους «μείωνε» τη γονιμότητα και τη γαλακτοπαραγωγή των κοπαδιών (;). Χαρακτηριστικό παράδειγμα περιβαλλοντικής υποκρισίας αποτελεί και n ματαίωση της διπλής ανάπλασης Ελαιώνα – γηπέδου Παναθηναϊκού για όσους θυμούνται.

Η μέχρι στιγμής εμπειρία έχει δείξει ότι n αντίσταση στις επενδύσεις μέσω της προβαλλόμενης «περιβαλλοντικής ευαισθησίας» έχει κύριους δύο λόγους:

Ο ένας είναι το συμφέρον ατόμων ή ομάδων που αντιδρούν σε μια επένδυση για να αποφύγουν την όχληση, όπως αντιλαμβάνεται καθένας αυτή την όχληση. Ο δεύτερος είναι η ιδεοληψία αριστερών κομμάτων και ομάδων που χρησιμοποιούν την περιβαλλοντολογία /οικολογία ως όπλο κατά του κεφαλαίου. Με αυτά και με αυτά, είναι πλέον φανερό ότι η μέχρι τώρα περιβαλλοντική πολιτική που ασκήθηκε ήταν άκρως αντιεπενδυτική, πράγμα που διαφαίνεται και στην περίπτωση των Σκουριών Χαλκιδικής.

Η περιβαλλοντική πολιτική της χώρας είναι προφανές ότι οφείλει να προστατεύει πρωτίστως τον περιβαλλοντικό / οικολογικό πλούτο που διαθέτουμε, παράλληλα όμως, θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη και τις ιδιαίτερες συνθήκες που διαμορφώνονται σε τοπικό και περιφερειακό επίπεδο όπως αυτές σαφέστατα περιγράφονται στο άρθρο 6 της κοινοτικής οδηγίας 92/43/ΕΟΚ. Δυστυχώς η Ελλάδα με τις πολιτικές που ακολουθεί στο περιβάλλον αλλά και αλλού φαίνεται ότι δεν ψάχνει για επενδυτές.

Για κορόιδα ψάχνει, μόνο που τα κορόιδα διεθνώς έχουν λιγοστέψει επικινδύνως ή είναι είδος υπό εξαφάνιση, όπως θα έλεγαν και οι περιβαλλοντολόγοι.

[ΠΗΓΗ: ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ, 4/10/2015]