Ο ΧΡΥΣΟΣ ΤΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ

Α

Η αποκάλυψη του μνημείου του λόφου Καστά στην Αμφίπολη στρέφει ξανά το βλέμμα στο μεγαλείο της αρχαίας Ελλάδας που εν πολλοίς βασίστηκε στην αξιοποίηση του ορυκτού της πλούτου. Σήμερα αυτή η ιστορία συνεχίζεται, συνδέοντας με πολλούς τρόπους την Αμφίπολη και τη Χαλκιδική: από την ιστορία τους, μέχρι τη σημερινή τους κυρίαρχη θέση στην ιστορική και οικονομική εξέλιξη της σύγχρονης Ελλάδας.

Σε αυτή τη λογική, θέλοντας να δούμε πώς αποτυπώνεται αυτή η ιστορική εξέλιξη σήμερα, βρεθήκαμε στη Μεσολακκιά, έχοντας δίπλα μας τον Κώστα Μελίτο, νέο μηχανικό και Δήμαρχο της ιστορικής Αμφίπολης. Και, κάνοντας ρεπορτάζ στην περιοχή, καταγράψαμε το πάθος των ανθρώπων της περιοχής που περιμένουν από αυτή την εξέλιξη τη νέα αρχή της σύγχρονης Ελλάδας, τη σεμνή και ταπεινή προσπάθεια του Δημάρχου να κάνει ό,τι μπορεί για να βοηθήσει σε επίπεδο συνθηκών και υποδομής το έργο, στηρίζοντας έμπρακτα, με αυτεπιστασία, την ομάδα των αρχαιολόγων και τις αρμόδιες υπηρεσίες που σηκώνουν το φορτίο της ανασκαφικής δραστηριότητας, αλλά και δεκάδες ανθρώπους με ιστορική μνήμη και συνείδηση που είδαμε μέσα σε λίγες ώρες να επισκέπτονται την περιοχή.

Χρυσός: Η κινητήρια δύναμη ενός πολιτισμού

Στην αρχαιότητα, η αξιοποίηση του ορυκτού πλούτου αποτελούσε αναπόσπαστο κομμάτι της οικονομικής ζωής και της ισχύος της Ελλάδας. Ο άργυρος του Λαυρίου εξασφάλιζε την ανάπτυξη της Αθήνας του Περικλέους και ο χρυσός του Παγγαίου και της Χαλκιδικής κρυβόταν πίσω από την ισχύ του μακεδονικού βασιλείου. Είναι χαρακτηριστικό ότι ο Παρθενώνας, το σύμβολο της Ελλάδας, βασίστηκε στα μάρμαρα της Πεντέλης, στον άργυρο του Λαυρίου και στον χρυσό της Μακεδονίας, ενώ η εκστρατεία του Μεγάλου Αλεξάνδρου χρηματοδοτήθηκε από τους ορυκτούς πόρους της Μακεδονίας. Σύμφωνα με τις ιστορικές πηγές, τα μεγαλύτερα μεταλλευτικά κέντρα εκμετάλλευσης χρυσού και αργύρου, και μάλιστα σε παγκόσμια κλίμακα, λειτουργούσαν κατά την αρχαιότητα στη Χαλκιδική, στην περιοχή της βορειοανατολικής Καβάλας, στη Θάσο και κοντά στον ποταμό Εχέδωρο, στην περιοχή της Φιλιππιάδας, ενώ ένα από τα μεγαλύτερα μεταλλευτικά κέντρα παραγωγής αργύρου στην ιστορία της ανθρωπότητας αποτέλεσε το Λαύριο.

Ο χρυσός της Μακεδονίας

Στη Μακεδονία, τα μεταλλεία Παγγαίου και Χαλκιδικής λειτούργησαν από το 1300 π.Χ. ως βασικοί πυλώνες παραγωγής χρυσού σε παγκόσμια κλίμακα, ενώ υπάρχουν αναφορές και ευρήματα ανασκαφών που αποδεικνύουν ότι χρυσός παράγεται στην ανατολική πλευρά της Θάσου ήδη από το 2300 π.Χ. Στην εποχή του Ηροδότου, παράλληλα με τα μεταλλεία χρυσού της Θάσου, αναπτύσσονται και τα μεταλλεία της «Σκαπτής Ύλης» στην περιοχή κατά άλλους του Παγγαίου, κατά άλλους της βορειοανατολικής Καβάλας. Συνολικά, και από τα δύο μεταλλευτικά κέντρα παράγεται χρυσός αξίας 300-400 ταλάντων (ισοδυναμεί με περίπου 26 κιλά σε αντίστοιχο άργυρο) ετησίως. Στη συνέχεια, αναπτύσσονται κατά κύριο λόγο οι εκμεταλλεύσεις χρυσού στο Παγγαίο και στη Χαλκιδική με την αξία της ετήσιας παραγωγής να υπερβαίνει τα 500 τάλαντα.

Ο Αριστοτέλης στο έργο του «Περί θαυμασίων ακουσμάτων» αναφέρει ότι στην περιοχή υπήρχε «χρυσίτις άμμος», καθώς και χρυσοφόρο χώμα («αχώνευτος γη, η το χρυσίον εκβάλλουσα»), απ’ όπου με τα πλυντήρια («χρυσοπλύσια») έβγαζαν το χρυσό, με μικρές σχετικά δαπάνες. Όσον αφορά την ισχύ του μακεδονικού βασιλείου, βασίστηκε στην παραγωγή χρυσού, και μάλιστα στην πρότυπη οργάνωση των μεταλλείων της περιοχής. Το μέγεθος του πλούτου των μακεδονικών «χρυσείων» αποτυπώνεται στους χρυσούς στατήρες που έφεραν την κεφαλή είτε του Απόλλωνα είτε του Ηρακλή είτε του Δία και στην άλλη πλευρά σκηνές από αγωνίσματα. Εκδόθηκαν από το 352 έως το 336 π.Χ. και κυκλοφορούσαν έως τον 2ο π.Χ. αιώνα, όχι μόνο στη Μακεδονία, αλλά και στη Ρώμη. Με το νόμισμα αυτό κατάφερε να ανταγωνιστεί τους «δαρεικούς στατήρες», ενώ υπερίσχυσε στον νομισματικό πόλεμο με τις αργυρές δραχμές της Αθηναϊκής Δημοκρατίας. Τα μεταλλεία εκμετάλλευσης (κυρίως του χρυσού) στη Βόρεια Ελλάδα λειτούργησαν για περισσότερα από 1.000 χρόνια, φτάνοντας ως τις ημέρες της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας.

Στο σήμερα

Στην περιοχή της ΒΑ Χαλκιδικής σώζονται περισσότερα από 300 πηγάδια και περίπου 200.000 κυβικά μέτρα αρχαίων μεταλλουργικών απορριμμάτων, των κοινών «σκουριών», από την «εκκαμίνευση» των μεταλλευμάτων. Η μεταλλευτική ιστορία του Στρατωνικού όρους που περνά από την Αρχαιότητα στο Βυζάντιο και κατόπιν στην Οθωμανική περίοδο, για να φτάσει στην εποχή του Μποδοσάκη και στη σύγχρονη ανάπτυξή τους, συμπληρώνει μια πορεία 25 αιώνων, μέχρι τη σύγχρονη εκμετάλλευση του χρυσού που μπορεί να καταστήσει την Ελλάδα τον πιο σημαντικό παραγωγό και εξαγωγέα στην Ευρώπη.

Σήμερα, μετά την ανακάλυψη του ταφικού τύμβου του λόφου Καστά, η ανασκαφική δραστηριότητα στην Αμφίπολη προσελκύει και πάλι το ενδιαφέρον της ανθρωπότητας στο μεγαλείο της αρχαίας Ελλάδας και στο ρόλο που διαδραμάτισε σε αυτό η αξιοποίηση του ορυκτού της πλούτου. Και στρέφει ξανά το βλέμμα στην πρόκληση της σύγχρονης Ελλάδας και στη μετάβαση στην νέα εποχή, που βασίζεται στην αξιοποίηση του ορυκτού της πλούτου, στη συνέχεια της ιστορίας και στη δημιουργία ενός νέου κεφαλαίου: «Την αξιοποίηση του χρυσού της Χαλκιδικής».

[ΠΗΓΗ: ΜΕΤΑΛΛΕΥΤΙΚΑ ΝΕΑ – Τεύχος 13]