Αναδημοσιεύουμε άρθρο του Πέτρου Τζαφέρη της Κυριακής 30 Μαρτίου , από το http://www.oryktosploutos.net/ . Αναφέρεται στο υφιστάμενο θεσμικό πλαίσιο το οποίο εμποδίζει την ταχεία υλοποίηση των επενδύσεων και έχει τίτλο «Το θεσμικό πλαίσιο πρέπει να διδάσκεται!». Εστιάζει εκτός των άλλων και στην ελλιπή διδασκαλία θεμάτων θεσμικού πλαισίου στις Πανεπιστημιακές σχολές της χώρας και το τι πρέπει να γίνει.
«Είναι πολύ συχνό φαινόμενο στον τόπο μας μια προτεινόμενη επένδυση με τεκμηριωμένο επιστημονικό πεδίο, με τεχνολογίες έρευνας και εκμετάλλευσης καλά εδραιωμένες, να μην προχωράει. Και αυτό να οφείλεται στην εμπλοκή που σχετίζεται με το υφιστάμενο θεσμικό πλαίσιο και την διαχείρισή του από την εκάστοτε πολιτεία.
Αν εξετάσει κανείς επιμέρους παραδείγματα θα δει ότι τα περισσότερα ζητήματα είναι τέτοιου είδους. Σπανιότερα παρουσιάζεται ένα ζήτημα που απαιτεί την επιστημονική συνδρομή για να προχωρήσει, ακριβώς επειδή υφίσταται κάποιο δυσαναπλήρωτο κενό ως προς την μέθοδο που εφαρμόζεται είτε για την κατεξοχήν παραγωγή είτε για τα περιβαλλοντικά ζητήματα που αναφύονται.
Παραδείγματα: Το πρόβλημα με την αξιοποίηση του ζεολίθου στη Θράκη αφορά το αν το κοίτασμα θα παραχωρηθεί με απευθείας μίσθωση ή αν θα γίνει πλειοδοτική δημοπρασία, συνεπώς αφορά το θεσμικό πλαίσιο και μόνον. Το μεγάλο λιγνιτικό κοίτασμα της Βεύης (πάνω από πάνω από 90 εκατ. τον. λιγνίτη ) και οι μεγάλες καθυστερήσεις αφορούν το πώς ακριβώς θα εφαρμοστεί η διαδικασία εκμίσθωσης που επελέγη δηλ. με απευθείας σύμβαση (και κύρωση από τη βουλή), σύμφωνα με το άρθρο 144 παρ. 3 του Μ.Κ. Το όλο πλαίσιο της περιβαλλοντικής αδειοδότησης δεν σκοντάφτει στην επιλογή της τεχνολογικής μεθόδου που θα γίνει η περιβαλλοντική αποκατάσταση, αλλά στο θεσμικό κομμάτι, η εφαρμογή του οποίου υπερβαίνει –σε κάθε περίπτωση- τους θεσμικούς χρόνους. Και ακόμη εν συνεχεία στην μη ύπαρξη οριζόντιας εφαρμοστέας διαδικασίας (όχι μεθόδου) αποκατάστασης σε περίπτωση κατάπτωσης των εγγυήσεων. Το ίδιο συμβαίνει και με τη διαχείριση των αποβλήτων τόσο των εξορυκτικών (από τα μπάζα των λατομείων μαρμάρων μέχρι τη σκουριά της Λάρκο) όσο και των ΑΕΚΚ, όπου πάλι το θεσμικό κομμάτι πονάει, ειδικά εκείνο που αφορά την ελληνική πραγματικότητα.
Η δέσμευση εντός εκτάσεων Natura 2000 βεβαίων και πιθανών αποθεμάτων ορυκτού πλούτου εκτιμάται ότι υπερβαίνει το 40-45% του συνολικού δυναμικού ορυκτών πόρων που διαθέτει η Χώρα. Αυτό σημαίνει ότι αν δεν θέλουμε να αναστείλουμε πλήρως την εξορυκτική δραστηριότητα και την εκμετάλλευση του ορυκτού μας πλούτου στους χώρους αυτούς, πρέπει να βρούμε έναν τρόπο συνύπαρξης. Ο τρόπος αυτός αφορά το θεσμικό πλαίσιο κυρίως και πολύ λιγότερο τις εφαρμοστέες τεχνολογίες. Ακόμη και το θέμα του χρυσού που εμπλέκει ΒΑΤ’s και περισσότερες τεχνικές απαιτήσεις κυρίως για την μεταλλουργική κατεργασία και την διαχείριση των αποβλήτων, είναι τελικά θέμα του πως και σε ποιο βαθμό θα εφαρμοστούν οι (ενσωματωμένες) κοινοτικές οδηγίες και τα BREF’s. Αν εξετάσει κανείς ένα προς ένα τα ζητήματα, θα δει ότι πίσω από όλα τα θέματα βρίσκεται το θεσμικό πλαίσιο και οι ορθές πρακτικές της διοίκησης που θα πρέπει να εγγυούνται την νομιμότητα και την υγιή επιχειρηματικότητα.
Οι συνάδελφοι στον πανεπιστημιακό χώρο σχολιάζουν σχεδόν μονοσήμαντα: είναι αρμοδιότητα της πολιτείας ή απλά φταίει η πολιτεία, η οποία έχει την ευθύνη να δημιουργήσει το πλαίσιο ώστε εκεί που η επιστήμη και τεχνολογία πηγαίνει, να μπορεί να πάει…
Ουδείς αμφιβάλλει ότι είναι σωστό αυτό. Θα μπορούσα μάλιστα να προσθέσω εδώ, ότι η διοίκηση θα πρέπει να στηρίζεται σε ευπρόσωπες δομές και υπηρεσίες που να χαρακτηρίζονται από α) επάρκεια προσωπικού και υλικοτεχνικής υποδομής β) προσωπικό με διεπιστημονικό χαρακτήρα ώστε να ανταπεξέρχεται τόσο από τεχνική όσο και από νομική άποψη και γ) αξιοπιστία, η οποία δεν είναι αποτέλεσμα καλών προθέσεων άλλα κερδίζεται καθημερινά με συνέπεια και αποτελεσματικότητα διαχρονικού χαρακτήρα. Και ακόμη εκτός των ανωτέρω πρέπει η διοίκηση να έχει όραμα, στρατηγικούς στόχους και σαφή προσανατολισμό αλλά και αρμοδιότητες που όλα θα πρέπει να συντείνουν στην εξυπηρέτηση του δημοσίου συμφέροντος.
Είναι γνωστό ότι τα παραπάνω χαρακτηριστικά είναι σε ανεπάρκεια σε όλη την ελληνική διοίκηση. Εξάλλου όλοι οι εμπλεκόμενοι εταίροι θα πρέπει να συνδράμουν. Και για να συνδράμουν πρέπει να μπορούν, δηλ. να γνωρίζουν το πλαίσιο, πού το πλαίσιο πονάει, πού είναι ανεπαρκές, ώστε να προτείνουν λύσεις.
Δυστυχώς, στα πανεπιστημιακά έδρανα, εκτός ελαχίστων εξαιρέσεων που μετρούνται στα δάχτυλα, και είναι αυτοί που γενικώς ασχολήθηκαν με σχετικά ερευνητικά projects οπότε χρειάστηκε να εντρυφήσουν και στο εκάστοτε και κατά περίπτωση θεσμικό πλαίσιο, δεν (θεωρούν ότι) σχετίζονται με την υποχρέωση αυτή. Το σχετικά πρόσφατο παράδειγμα αναθεώρησης του ΚΜΛΕ (το 2011) είναι ενδεικτικό. Ο κανονισμός αυτός μάλιστα δεν αφορά πλαίσιο με νόμους που σχετίζονται με την αδειοδότηση αλλά αφορά κυρίως το εφαρμοστικό πεδίο των εξορυκτικών δραστηριοτήτων, ως προς την ασφάλεια και την ορθολογική εκμετάλλευση. Άρα είναι πολύ κοντά στην πανεπιστημιακή έρευνα για θέματα ασφάλειας, ορθολογικής εκμετάλλευσης, εφαρμογής προτύπων, BAT’s κλπ. Η συμβολή των ακαδημαϊκών ιδρυμάτων πριν ή κατά την διάρκειας της σχετικής διαβούλευσης που διενεργήθηκε, ήταν ελάχιστη ως μηδαμινή.
Είναι κρίμα οι σπουδαστές να αποφοιτούν από τα πανεπιστήμια γνωρίζοντας το φυσικό αντικείμενο των σπουδών και να μην γνωρίζουν σε ποιο θεσμικό πλαίσιο αυτό εντάσσεται, τόσο σε εθνικό όσο και σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Για παράδειγμα, να αποφοιτούν από την Σχολή Μηχ. Μεταλλείων Μεταλλουργών ή Μηχ. Ορυκτών Πόρων και να μην γνωρίζουν το «πως» χωρίς να γνωρίζουν το «αν επιτρέπεται» ή «υπό ποιες προϋποθέσεις επιτρέπεται». Να μην γνωρίζουν καν την υπηρεσία που ελέγχει την εξορυκτική δραστηριότητα σε όλη την Ελλάδα (Επιθεώρηση Μεταλλείων) ή να μην ξέρουν πώς εκπονούνται οι τεχνικές και οι περιβαλλοντικές μελέτες, πως διακρίνονται οι ΟΠΥ με βάση την ελληνική νομοθεσία, ποιό είναι το πλαίσιο αδειοδότησης και λειτουργίας των μεταλλευτικών επιχειρήσεων, πως εκμισθώνονται τα δημόσια λατομεία ή μεταλλεία, ποιές είναι οι αρμοδιότητές τους και οι υποχρεώσεις τους στην αγορά εργασίας, ποια είναι τα προβλήματα που θα αντιμετωπίσουν στο πραγματικό περιβάλλον μιας επιχείρησης του τομέα αλλά και ποιά είναι τα μεγάλα προβλήματα του κλάδου σε σχέση με τις απαιτήσεις των καιρών και των σημερινών παγκοσμιοποιημένων κοινωνιών.
Αυτά, λένε, τα μαθαίνει κάποιος εκ των υστέρων μετά τις σπουδές διότι το πλαίσιο είναι δυναμικό και μεταβάλλεται διαρκώς. Μα και το τεχνολογικό περιβάλλον είναι το ίδιο ή και περισσότερο δυναμικό, ώστε σήμερα ελάχιστα απ’ όσα είχαμε διδαχθεί πριν δύο δεκαετίες να χρησιμοποιούνται σήμερα. Άρα, το επιχείρημα αυτό κάμπτεται και δεν είναι αποδεκτό. Ειδικά μάλιστα στον τομέα δραστηριοτήτων ΟΠΥ ο οποίος παρουσιάζει ειδικές δυσκολίες και ιδιαιτερότητες που αφορούν την βιώσιμη διαχείρισή τους: ορατό περιβαλλοντικό αποτύπωμα, ισχυρή εμπλοκή σε θέματα δημόσιας ασφάλειας και υγείας, θέματα ανταγωνισμού χρήσεων γης ,θέματα ιδιοκτησίας αλλά και χαρακτήρα της γης, θέματα στενότητας και γεωγραφικού εντοπισμού και τέλος θέματα που αφορούν άμεσα το δημόσιο συμφέρον.
Η άποψη μου είναι σαφής: Θα πρέπει να ακαδημαϊκά μας ιδρύματα, ειδικότερα εκείνα των τεχνικών σπουδών, να αντιληφθούν ότι το θεσμικό πλαίσιο αλλά και ορθές διοικητικές πρακτικές πρέπει να περιλαμβάνονται στα προγράμματα σπουδών, τόσο τα προπτυχιακά όσο και τα μεταπτυχιακά.
Πανεπιστήμια και Ερευνητικοί φορείς: μόνο όλοι μαζί μπορούμε!»