ΔΥΣΠΙΣΤΙΑ ΤΩΝ ΕΠΕΝΔΥΤΩΝ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ

Έρευνα της Ευρωπαϊκής Επιτροπής: Δυσπιστία των επενδυτών για την Ελλάδα – τα αγκάθια που προβάλλουν και τα πρώτα συμπεράσματα

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή βάζει στο μικροσκόπιο την ελληνική οικονομία και πέρα από τα δημοσιονομικό, τους στόχους, τα προαπαιτούμενα και όλα όσα αποτελούν τον κάδο των μνημονίων και τις διαπραγματεύσεις επί της αξιολόγησης, διερευνά τις αναπτυξιακές προοπτικές της χώρας.

Το τέλος του μνημονίου με όποια συνέχεια κι αν έχει, άτυπη παράταση με νέα μέτρα ή χωρίς, απόλυτη κηδεμονία (ο στόχος για καθαρή έξοδο φαίνεται ανέφικτος) πρέπει να συνδυαστεί με την επιχείρηση ανάκαμψης της χώρας, η οποία έχει ένα και μόνο δρόμο: Τις επενδύσεις και την ανάπτυξη.

Στο πλαίσιο αυτό, σύμφωνα με υψηλόβαθμο αξιωματούχο της Κομισιόν η Ευρωπαϊκή Επιτροπή προχώρησε σε μια έρευνα τομή. Απευθύνθηκε στη διεθνή επιχειρηματική κοινότητα, μέσω ειδικών συνεργατών της κυρίως σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες με το ευθύ ερώτημα: «Θεωρείτε ότι θα μπορούσατε να επενδύσετε στην Ελλάδα;».

Διαχωρισμός

Η έρευνα που ενδέχεται σε μεταγενέστερο χρόνο να δημοσιοποιηθεί, σύμφωνα με την ίδια πηγή είναι εξαιρετικά αρνητική ως προς τα συμπεράσματά της. Αν και υπάρχουν περιπτώσεις όπου γίνεται «διαχωρισμός» επί των επενδύσεων και γενικά υπάρχει μια άλλη προσέγγιση σε ό,τι αφορά τις «ευκαιρίες». Τις distress καταστάσεις.

Ακόμα και οι Γάλλοι, αλλά και οι Γερμανοί που έχουν παρουσία στη χώρα μας και έλαβαν μέρος στα «επιχειρηματικά» ταξίδια, που είχαν και πολιτικό μανδύα, είναι επιφυλακτικοί. Στα γενικά συμπεράσματα προκύπτει ότι «η χώρα δεν δείχνει φιλική προς τις επενδύσεις» ότι «η κυβέρνηση επί της ουσίας δεν αλλάζει τον τρόπο με τον οποίο αναλαμβάνεται και υποδέχεται τις ξένες επενδύσεις».

Τα παραδείγματα του Ελληνικού και της Eldorado «έστειλαν» αρνητικά μηνύματα στη διεθνή επιχειρηματική κοινότητα και αυτό καταγράφτηκε. Πολλοί εν δυνάμει επενδυτές μάλιστα, σχολιάζοντας τις δύο αυτές υποθέσεις «στάθηκαν» στα εμπόδια που δημιουργούνται, στις παλινδρομήσεις, αλλά και στο γεγονός ότι το project του Ελληνικού βρισκόταν στα προαπαιτούμενα των δανειστών και ακόμα… ταλαιπωρείται.

Για τις αποκρατικοποιήσεις η αίσθηση–συμπέρασμα που δημιουργείται είναι ότι αποτελούν ένα ξεχωριστό κεφάλαιο, στο οποίο δυνητικά δίνεται η δυνατότητα συμμετοχής, «λόγω συμφέρουσας τιμής» και προοπτικών, αλλά και πάλι η δυσπιστία και οι ρυθμοί που «επιβάλλουν» την γραφειοκρατία, αλλά και κάποιες άλλες «μεθοδεύσεις» υψώνουν τείχη. Άλλωστε ο στόχος για τα έσοδα από τη συγκεκριμένη δεξαμενή για τέταρτη συνεχή χρονιά δεν επιτυγχάνεται παρά το γεγονός ότι έχει αναδιαρθρωθεί προς τα κάτω δύο φορές.

Τα capital controls

Πολλές ευρωπαϊκές επιχειρήσεις έκαναν λόγο για την εικόνα του τραπεζικού συστήματος της χώρας και την ύπαρξη των capital controls.

«Γεγονός αποτελεί ότι κανείς σοβαρός επενδυτής δεν θα σκεφτεί να φέρει μεγάλα ποσά για τοποθέτηση σε μια χώρα όπου υπάρχει έλεγχος κεφαλαίων εδώ και δυόμιση χρόνια» επισημαίνεται με σκεπτικισμό από την πλευρά των Βρυξελλών.

Εμμέσως οι θεσμοί αντιλαμβάνονται ότι η ζημιά που έχει υποστεί η ελληνική οικονομία από αυτό το ιδιότυπο καθεστώς είναι μεγαλύτερη απ’ όσο πιστεύεται ακόμα και στην Φρανκφούρτη.

Στο στρατόπεδο των θεσμών καταλαβαίνουν, αν και δεν το ομολογούν δημοσίως, ότι υπό αυτές τις συνθήκες ο στόχος της ανάπτυξης μπορεί το 2018 να φτάσει στο 2,5% (αναθεωρήθηκαν οι προβλέψεις για το 2017, 1,6% ανάπτυξη αντί 2,1% που είχε «βγει» την άνοιξη), αλλά από το 2019 και μετά η πορεία θα είναι καθοδική.

Τα κύρια σημεία, πέρα από την αλλαγή πολιτικής για τις επενδύσεις επικεντρώνουν στην πολιτική σταθερότητα στη χώρα, την αλλαγή του «μίγματος» της φορολόγησης και τα κίνητρα που πρέπει να δοθούν σε ό,τι αφορά τις πραγματικές επενδύσεις. Τις παραγωγικές.

 

[ΠΗΓΗ: DEAL NEWS, 24/11/2017]