ΜΗΠΩΣ ΚΛΕΙΝΕΙ Ο ΑΝΑΠΤΥΞΙΑΚΟΣ ΚΥΚΛΟΣ ΤΗΣ ΓΕΡΜΑΝΙΑΣ;

170316195315280Ηγετικά στελέχη των γερμανικών επιχειρήσεων εκτιμούν πως αν η κυβέρνηση δεν αναλάβει το κόστος προώθησης σημαντικών μεταρρυθμίσεων, η «χρυσή εποχή» της ανάπτυξης και της ευημερίας κινδυνεύει να γίνει παρελθόν για τη Γερμανία. Στο πλαίσιο αυτό, θεμελιώδους σημασίας κρίνεται η αύξηση των επενδύσεων και σειρά διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων, που θα θέσουν τα θεμέλια μιας νέας φάσης οικονομικής ανάπτυξης.

Σύμφωνα με επίσημα στοιχεία, η ατμομηχανή της ευρωπαϊκής οικονομίας σημείωσε πέρυσι τον ταχύτερο ρυθμό ανάπτυξης της τελευταίας πενταετίας, αλλά η πρόβλεψη είναι πως δεν θα επιτύχει κάτι ανάλογο από το 2017 και μετά. Η ανάκαμψη που βασίστηκε στην κατανάλωση φαίνεται να έχει κορυφωθεί, ενώ οι μισθοί αυξάνονται λιγότερο και ο πληθωρισμός περιορίζει την καταναλωτική δυνατότητα των Γερμανών. Εν τω μεταξύ, οι εξαγωγές, κύριος μοχλός της ανάπτυξης για μεγάλο χρονικό διάστημα, ενδέχεται να μειωθούν, δεδομένης της πολιτικής αβεβαιότητας από παράγοντες όπως το Brexit και μιας πιθανής στροφής των ΗΠΑ στον προστατευτισμό υπό τον Ντόναλντ Τραμπ.

Το 2016 η γερμανική οικονομία σημείωσε ανάπτυξη 1,9%, χάρη στην αύξηση της ιδιωτικής κατανάλωσης, των κρατικών δαπανών για τους πρόσφυγες όπως και των επενδύσεων στον κατασκευαστικό κλάδο. Οικονομικοί αναλυτές εκτιμούν πως φέτος η ανάπτυξη θα επιβραδυνθεί στο 1,4% και στο 1,5% το 2018, ενώ ο πληθωρισμός θα ανακάμψει στο 1,6%.

Η Γερμανία γνώρισε ασυνήθιστη οικονομική άνοδο χάρη στις μεταρρυθμίσεις που προώθησε ο Γκέρχαρντ Σρέντερ, προκάτοχος της Αγκελα Μέρκελ. Μακρά πνοή στην άνοδο αυτή έδωσαν επίσης η άκρως χαλαρή νομισματική πολιτική της ΕΚΤ, η υποχώρηση του ευρώ και οι χαμηλές τιμές του πετρελαίου. Υπό τον Σρέντερ, μειώθηκαν οι φόροι, το μη μισθολογικό κόστος της εργασίας, όπως οι εισφορές των εργοδοτών στα προγράμματα υγείας, και διευκολύνθηκαν οι επιχειρήσεις να προσλαμβάνουν και να απολύουν εργαζομένους. Οικονομολόγοι και ανώτατοι αξιωματούχοι, όμως, εκτιμούν πως χρειάζεται νέο κύμα αλλαγών για να βελτιωθεί η υποδομή της χώρας, να προσαρμοσθεί το συνταξιοδοτικό σύστημα στη γήρανση του πληθυσμού και να αντιμετωπισθεί η πρόκληση της ψηφιοποίησης.

Επισημαίνουν πως η κυβέρνηση πρέπει να λάβει μέτρα για να αυξηθεί η συμμετοχή των γυναικών στην αγορά εργασίας, καταργώντας τα φορολογικά κίνητρα που έχει δώσει σε γονείς για να μένουν στο σπίτι, εισάγοντας προγράμματα μερικής απασχόλησης και παρέχοντας καλύτερες υπηρεσίες φροντίδας των παιδιών. Ζητούν επίσης να ενισχυθεί η διδασκαλία της αγγλικής γλώσσας για τα παιδιά και να γίνουν επενδύσεις στο Ιντερνετ και στην ψηφιακή υποδομή.

Επίσης, αν και τα τελευταία χρόνια η αύξηση των δημόσιων επενδύσεων στη Γερμανία ήταν μεγαλύτερη από τον μέσο όρο της ευρωζώνης, χάρη στα φορολογικά έσοδα του τομέα υγείας και στο ιστορικά χαμηλό κόστος του δανεισμού, οι ιδιωτικές επενδύσεις δεν αυξήθηκαν.

Είναι χαρακτηριστικό ότι πριν λίγες μέρες, ο υπουργός οικονομίας της Γαλλίας Μισέλ Σαπέν αντέκρουσε την επίθεση των ΗΠΑ εναντίον της Γερμανίας για το εμπορικό της πλεόνασμα αλλά παρότρυνε τη μεγαλύτερη οικονομία της Ευρώπης να αυξήσει τις δαπάνες της για επενδύσεις.

Σε μια συνέντευξη του στην οικονομική εφημερίδα Handelsblatt τη Δευτέρα (13 Φεβρουαρίου), ο Σαπέν παραμέρισε τις επικρίσεις των ΗΠΑ ότι η Γερμανία εκμεταλλεύεται ένα «υποτιμημένο» ευρώ για να προωθήσει τις εξαγωγές της.

Η επίθεση «είναι απολύτως προφανές πως δεν έχει νόημα», δήλωσε ο Σαπέν. Αλλά, προσέθεσε, ότι η Γερμανία «θα μπορούσε να κάνει περισσότερα» όσον αφορά τις επενδυτικές της δαπάνες. «Πιστεύουμε ότι αυτό θα είναι προς το συμφέρον τόσο των Γερμανών όσο και της ευρωζώνης», δήλωσε.

Η συνέντευξη του Σαπέν προσέθεσε εξωτερική πίεση σε έναν εσωτερικό διάλογο που έχει ξεκινήσει στη Γερμανία για το εμπορικό πλεόνασμα της χώρας, η οποία έχει κατ’ επανάληψη σπάσει ρεκόρ από την αρχή της οικονομικής κρίσης του 2008-9. Την περασμένη Πέμπτη, η εθνική στατιστική αρχή Destatis, ανακοίνωσε ότι η Γερμανία εξήγαγε 253 δισεκατομμύρια € περισσότερα από ότι εισήγαγε το 2016. Οι εξαγωγές αυξήθηκαν κατά ένα ποσοστό της τάξης του 1,2% πλέον του υπάρχοντος € 1.2 τρις, ενώ οι εισαγωγές αυξήθηκαν κατά 0,6% στα € 955 δις.

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ) είναι μεταξύ εκείνων που έχουν ζητήσει από τη Γερμανία να ενισχύσει την εσωτερική κατανάλωση, η οποία θα δώσει ώθηση στην υποτονική ανάπτυξη της ΕΕ.

Αλλά η πολιτική της Γερμανίας, η οποία χαράσσεται από τον συντηρητικό υπουργό Οικονομικών, Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, είναι να δοθεί προτεραιότητα στη μείωση του χρέους, η οποία θα ακολουθηθεί από φοροελαφρύνσεις μεσοπρόθεσμα εάν η καγκελάριος Άνγκελα Μέρκελ επανεκλεγεί το Σεπτέμβριο.

Πολλοί οικονομολόγοι υποστηρίζουν ότι η Γερμανία κερδίζει νομισματικό πλεονέκτημα με το να είναι μέρος της ευρωζώνης. Για τους Γερμανούς εξαγωγείς, η συναλλαγματική ισοτιμία του ευρώ είναι σχετικά χαμηλή, γεγονός που έχει αντίκτυπο στις πιο αδύναμες οικονομίες της Ελλάδα, την Ιταλία και την Ισπανία και άλλα κράτη μέλη.

[ΠΗΓΗ: http://www.politically.gr, της Κατερίνας Παναγιώτου, 17/3/2017]