Ο ΑΡΓΟΣ ΘΑΝΑΤΟΣ ΤΟΥ ΕΛΕΥΘΕΡΟΥ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΑ: ΤΟ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ ΤΟΥ ΜΗΧΑΝΙΚΟΥ

a64175ce50e9488d92a7ea0654d7f686Το τελευταίο διάστημα συναντά κανείς πληθώρα άρθρων στον Τύπο από ελεύθερους επαγγελματίες διαφορετικών ειδικοτήτων στα οποία καταδεικνύεται η αγανάκτηση και η απελπισία για το μέλλον της επιχείρησής τους. Είναι όλα υπερβολικά ή μήπως βρισκόμαστε προ των πυλών μιας νέας, άνευ προηγουμένου επιδρομής στα εισοδήματά μας με το πρόσχημα της ασφάλισης και της φορολογίας;

Από τον παραπάνω κανόνα δεν θα μπορούσε να εξαιρεθεί ο κλάδος των μηχανικών. Είναι γεγονός πώς ο κλάδος μας ήταν, προ κρίσης, από τους καλύτερα αμειβόμενους στην Ελλάδα. Ο μηχανικός ήταν ένας από τους κινητήριους μοχλούς της οικονομίας. Ένα μικρομεσαίο τεχνικό γραφείο συντηρούσε δύο και τρεις οικογένειες μέσα από τη δραστηριότητα του. Επίσης, ως επιστήμονας, ο μηχανικός αποτελούσε κεφάλαιο και επένδυση για την ίδια τη χώρα.

Τα τελευταία χρόνια, η κατάσταση έχει αλλάξει άρδην και βρισκόμαστε αντιμέτωποι με το χάος. Χαρακτηριστικό της δεινής οικονομικής κατάστασης του κλάδου είναι ότι οι νέοι μηχανικοί δεν εγγράφονται πλέον στο Τεχνικό Επιμελητήριο Ελλάδος (ΤΕΕ) και στον αντίστοιχο ασφαλιστικό φορέα ή αναζητούν απευθείας εργασία στο εξωτερικό, ενώ οι παλιοί διαγράφονται με ολοένα και ταχύτερο ρυθμό ή έχουν συσσωρευμένες ασφαλιστικές οφειλές που δεν θα καταφέρουν ποτέ να αποπληρώσουν. Ενδεικτικά, το 2015, περίπου 4.000 μηχανικοί ζήτησαν τη διαγραφή τους από το ΤΕΕ, ενώ οι νέες εγγραφές ήταν μόλις 500.

Εν ολίγοις, στην Ελλάδα της κρίσης και της Αριστεράς, όχι μόνο δε δίνονται κίνητρα για ανάπτυξη της ιδιωτικής πρωτοβουλίας, αλλά γίνονται τα αδύνατα δυνατά να μπουν λουκέτα σε όσα μικρά ή μεγάλα τεχνικά γραφεία δραστηριοποιούνται ακόμα και να καταφύγουν στο εξωτερικό όσοι επιστήμονες (μηχανικοί και μη) έχουν απομείνει στη χώρα.

Μετά τους φόρους, άμεσους & έμμεσους (22%-45% επί του καθαρού εισοδήματος, τέλος επιτηδεύματος, ειδική εισφορά αλληλεγγύης), μετά τις αυξήσεις σε βασικά αγαθά για τον ελεύθερο επαγγελματία μηχανικό (βενζίνη, σταθερή τηλεφωνία), το κερασάκι στην τούρτα είναι ο N.4387/16 (νόμος Κατρούγκαλου για το ασφαλιστικό). Σύμφωνα με αυτόν, οι ασφαλιστικές εισφορές θα υπολογίζονται με βάση το φορολογητέο εισόδημα που προκύπτει από την άσκηση του επαγγέλματος.

Ασφαλιστικές εισφορές, λοιπόν, ή ένας ακόμη φόρος; Μόνο ως φόρος μπορεί να νοηθεί μία εισφορά 37,95% (20% για κύρια σύνταξη, 6.95% για υγειονομική περίθαλψη, 7% επικουρική ασφάλιση, 4% για εφάπαξ)  επί του καθαρού φορολογητέου εισοδήματος. Η εισφορο-επιδρομή δείχνει το πιο σκληρό της πρόσωπο σε όσους δηλώνουν ζημιές ή λιγότερα από 7.032 ευρώ το χρόνο. Αυτοί καλούνται να πληρώσουν υποχρεωτικά 2.200 ευρώ το χρόνο. Ποσό που είναι μεν μικρότερο από το αντίστοιχο πριν τον ασφαλιστικό νόμο, αλλά σε κάθε περίπτωση εξαιρετικά μεγάλο για τα δεδομένα της εποχής. Και ιδιαίτερα αν αναλογιστεί κανείς ότι οι εισφορές δεν είναι σε καμία περίπτωση ανταποδοτικές.

Ένα άλλο επίμαχο σημείο είναι ότι οι ασφα-ληστρικές εισφορές του 2017 θα υπολογισθούν με βάση το εισόδημα του 2015. Ξεκάθαρη κοροϊδία ή νόμος ψηφισμένος από ανθρώπους εκτός πραγματικότητας; Όχι κύριοι… Τα εισοδήματα μας μειώνονται συνεχώς τα τελευταία χρόνια. Δεν γίνεται με τα εισοδήματα του 2017, να πληρώσουμε εισφορές για εισοδήματα που είχαμε δύο χρόνια νωρίτερα.

Μία κυβέρνηση, με πρωθυπουργό και αρκετά μέλη της να είναι και οι ίδιοι συνάδελφοι μηχανικοί, θα έπρεπε να αντιλαμβάνεται το πλήγμα που έχει δεχθεί ο κλάδος και τη δυσκολία με την οποία ανταποκρίνεται ο μέσος μηχανικός στην εξόφληση των οφειλών του. Μια δυσκολία που σταδιακά μετατρέπεται σε αδυναμία και τελικά σε αθέτηση.

Πρέπει δε να σημειωθεί, ότι τις αυξήσεις και τα κόστη αυτά, δεν είναι πάντα εύκολο να τις μετακυλήσει κανείς στον πελάτη, ειδικά αν το παρεχόμενο αγαθό είναι υπηρεσία, που ούτως ή άλλως είναι έννοια υποεκτιμημένη στην Ελλάδα.

Αποτέλεσμα των παραπάνω; Δίνονται νέα κίνητρα για απόκρυψη εισοδημάτων, μαύρη εργασία και επέκταση της σκιώδους οικονομίας.

Όλα αυτά σε μια εποχή που ο κύκλος εργασιών έχει συρρικνωθεί σε σχέση με το παρελθόν και οι μηχανικοί είναι άνεργοι ή υποαπασχολούνται. Ακόμα και στην περίπτωση των τελευταίων, η συντριπτική πλειοψηφία ασχολείται πλέον με εργασίες χαμηλού κόστους (ενεργειακά πιστοποιητικά, βεβαιώσεις Ν.4178/13), και σε τιμές, που ο ανταγωνισμός και η ανάγκη για εξασφάλιση των ελάχιστων απαιτούμενων, έχει συμπιέσει δραματικά προς τα κάτω.

Το ερώτημα είναι, πόσοι μηχανικοί θα καταφέρουν να διατηρήσουν και φέτος την επιχείρησή τους, στην οποία βασικός μέτοχος (στα κέρδη, αλλά όχι και στις υποχρεώσεις) έχει γίνει το κράτος.

Η συνέχεια εντός του έτους…

 

[ΠΗΓΗ: http://www.capital.gr/, του Θάνου Ηλιοδρομίτη, Αγρονόμου &Τοπογράφου Μηχανικού, ελεύθερου επαγγελματία, 25/01/2017]