ΜΕ ΥΨΗΛΟ ΔΕΙΚΤΗ ΕΞΩΣΤΡΕΦΕΙΑΣ Η ΕΞΟΡΥΚΤΙΚΗ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑ

Kassandra7«Η ευκολία πρόσβασης σε λιμάνια και σε υδάτινες μεταφορές λόγω της εκτεταμένης ακτογραμμής της Ελλάδας και η κομβική γεωγραφική θέση της χώρας αποτελούν τα ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα της εξορυκτικής βιομηχανίας».

Έντονα εξωστρεφής και με ισχυρή διεθνή παρουσία ο κλάδος της εξορυκτικής βιομηχανίας συμβάλλει καθοριστικό στην αξιοποίηση των εγχώριων πόρων και στην ενδυνάμωση της ελληνικής βιομηχανίας. Όπως τονίζουν τα στελέχη του χώρου, η εξωστρέφεια της εγχώριας εξορυκτικής βιομηχανίας βασίζεται στα ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα που διαθέτει ο κλάδος, ιδιαίτερα όσον αφορά την ευκολία πρόσβασης σε λιμάνια και σε υδάτινες μεταφορές (λόγω της εκτεταμένης ακτογραμμής της Ελλάδας), αλλά και όσον αφορά την κομβική γεωγραφική θέση της χώρας. Ωστόσο, όπως τονίζουν, n έλλειψη βασικών υποδομών κυρίως σε σιδηροδρομικές μεταφορές επηρεάζει καταλυτικά το τελικό αποτέλεσμα των εξαγωγών του κλάδου. Και συμπληρώνουν πως n βελτίωση της σιδηροδρομικής σύνδεσης μεταξύ των εγκαταστάσεων παραγωγής της εξορυκτικής βιομηχανίας και των εγχώριων λιμανιών, αλλά και των βιομηχανικών κέντρων στην Κεντρική και Ανατολική Ευρώπη εκτιμάται ότι μπορεί να συμβάλει σημαντικά στην περαιτέρω εξωστρέφεια και ανάδειξη του κλάδου στον παγκόσμιο εμπορικό χάρτη.

Συνολικά την περίοδο 2008 -2014 η αξία των εξαγωγών των κλάδων που συμμετέχουν στην εξορυκτική βιομηχανία, με βάση το διευρυμένο δείγμα δραστηριοτήτων στη βάση δεδομένων της Eurostat, πλησιάζει τα 10,1 δισ.ευρώ. Τα προϊόντα της εξορυκτικής βιομηχανίας βρίσκονται στην τέταρτη θέση, μετά τα αγροτικά προϊόντα ( 26%), τα χημικά προϊόντα (16%) και τα μηχανήματα (13%). Τέλος, εκτιμάται ότι n παρουσία του κλάδου στο εξωτερικό εμπόριο της χώρας παρέμεινε σημαντική και το 2015, με την αξία των εξαγωγών να πλησιάζει το 50% των συνολικών πωλήσεων.

Σύμφωνα με τη μελέτη του Συνδέσμου Μεταλλευτικών Επιχειρήσεων σε συνεργασία με το ΙΟΒΕ (2016), βασικό εξαγωγικό προορισμό των προϊόντων της εξορυκτικής βιομηχανίας αποτελούν οι χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, διατηρώντας το μερίδιό τους σε επίπεδα υψηλότερα του 50% επί του συνόλου της αξίας των εξαγωγών. Μεγαλύτερος εμπορικός εταίρος αναδεικνύεται η Ιταλία, που απορροφά περίπου το 17% της αξίας των εξαγωγών του κλάδου. Ωστόσο, αξίζει να σημειωθεί ότι υψηλό είναι και το μερίδιο ( 19%) της αξίας των εξαγωγών σε προορισμούς με μικρή αξία εξαγωγών, γεγονός που εν μέρει υποδηλώνει την υψηλή γεωγραφική διασπορά των εξαγωγών του κλάδου. Η δεκάδα των αγορών προορισμών αποτελείται από τις Ιταλία, Γερμανία, Ην. Βασίλειο, Γαλλία, Κίνα, Τουρκία, ΗΠΑ, Βουλγαρία, Ρουμανία, Πολωνία.

Σε επίπεδο προϊόντων, περίπου το 1/5 της συνολικής αξίας των εξαγωγών καταλαμβάνουν το καθένα από τα 3 προϊόντα με υψηλότερο μερίδιο στις εξαγωγές (το τσιμέντο, το αλουμίνιο και το νικέλιο), με τα μάρμαρα και την αλουμίνα να ακολουθούν με περίπου 10% αμφότερα, ενώ σημαντική συνεισφορά έχουν και τα παραγόμενα προϊόντα από λευκόλιθο (πυρίμαχες μάζες, δίπυροςμαγνησία και καυστική μαγνησία). Αναλυτικά, το χρονικό διάστημα 2008 -2012, πρώτο εξαγωγικό προϊόν αποτελούσε το νικέλιο, το 2013 ήταν μια σημαντική χρονιά για το τσιμέντο, καθώς ανέκαμψε από μια έντονη μείωση (43% το 2011 σε σχέση με το 2010).

Αξιοσημείωτη ήταν n ανοδική τάση στην αξία των εξαγωγών στα μάρμαρα. Στον αντίποδα, εξασθένηση των εξαγωγών βωξίτη παρατηρήθηκε το 2013, ενώ χωρίς σημαντικές μεταβολές καταγράφεται n εξαγωγική δραστηριότητα στα υπόλοιπα βιομηχανικά ορυκτά. Όσον αφορά το μερίδιο των προϊόντων στις εξαγωγές το 2013, το μεγαλύτερο ποσοστό καταλαμβάνουν το τσιμέντο με 20% και ακολουθούν το αλουμίνιο και το νικέλιο με 19% αμφότεροι.

Η προοπτική για το 2016

Αναφορικάμε την προοπτική του κλάδου, για το 2016 αναμένεται μικρή αύξηση της παραγωγής στα μεταλλικά και βιομηχανικά ορυκτά και στα μάρμαρα από τη μια πλευρά, και μικρή υποχώρηση στο τσιμέντο και τα ενεργειακά ορυκτά, από την άλλη. Ισχυρότερη αύξηση και αντίστροφη της αρνητικής τάσης αντίστοιχα αναμένεται από το 2017 με αποτέλεσμα το επίπεδο παράγωγης το 2020 στο σύνολο της εξορυκτικής βιομηχανίας να είναι αυξημένο κατά 13,6% σε σχέση με το 2014, εφόσον όμως επαληθευτούν οι αναπτυξιακές προοπτικές της Ελλάδας και της Ευρωπαϊκής Ένωσης και διασφαλιστεί η επενδυτική ομαλότητα στη χώρα.

[ΠΗΓΗ: ΝΑΥΤΕΜΠΟΡΙΚΗ, της Λέττας Καλαμαρά, 17/08/2016]